Παρασκευή 29 Μαΐου 2015

Σχόλια Ορθόδοξης Πνευματικότητας στην Οδύσσεια

Ο άγιος Βασίλειος ο Μέγας, ένας από τους σημαντικότερους μελετητές της αρχαίας ελληνικής γραμματείας, στην περίφημη πραγματεία του «Προς τους νέους, όπως αν εξ ελληνικών ωφελοίντο λόγων» (ολόκληρη εδώ) χαρακτηρίζει συνολικά την ποίηση του Ομήρου «αρετής έπαινο». Με αυτή την παρατήρηση του αγίου Βασιλείου ως έναν άξονα και με τη διδασκαλία του αγίου Ιουστίνου του φιλοσόφου και μάρτυρα για τον «σπερματικό λόγο» και τους «προ Χριστού χριστιανούς» ως άλλο άξονα, ο αρχιμανδρίτης π. Αρσένιος Κωτσόπουλος επιχειρεί ένα εντυπωσιακό ερμηνευτικό ταξίδι στην Οδύσσεια του Ομήρου, από τη σκοπιά της ορθόδοξης παράδοσης, και μάλιστα της νηπτικής.
Τα αποτελέσματα της περιήγησής του είναι τουλάχιστον εντυπωσιακά. Η ομηρική Οδύσσεια μοιάζει γεμάτη «μυστικούς συμβολισμούς», που διδάσκουν μια πορεία ένωσης του ανθρώπου με το Θεό εκπληκτικά όμοια με όσα γράφουν, μερικούς αιώνες αργότερα, οι άγιοι διδάσκαλοι της χριστιανικής ζωής. 

Το εντυπωσιακότερο ίσως όλων είναι η προαπαιτούμενη κάθοδος του Οδυσσέα στον Άδη, χωρίς την οποία είναι αδύνατο να φτάσει στην Ιθάκη (τον απολεσθέντα και διαρκώς αναζητούμενο παράδεισο). Όμοια ο άνθρωπος πρέπει να κατεβεί «στον Άδη» της οδυνηρής μετάνοιας και της απονέκρωσης των παθών («να κρατήσει το νου του στον Άδη, αλλά χωρίς να απελπίζεται», κατά την αποκάλυψη του Χριστού στον άγιο Σιλουανό), για να φτάσει ακριβώς στον ποθούμενο στόχο, για τον οποίο νοσταλγεί: στον απολεσθέντα παράδεισο.

Στο ταξίδι του ερμηνευτή,
από πλευράς του Οδυσσέα, ο ίδιος ο Οδυσσέας συνιστά αλληγορία, ή μάλλον «τύπο» (προτύπωση), του αγωνιζόμενου χριστιανού, που αποζητά την επιστροφή του στην Ιθάκη (τον απολεσθέντα παράδεισο). Από πλευράς εκείνων που έχουν παραμείνει στην Ιθάκη (Πηνελόπη, Τηλέμαχος και πιστοί δούλοι του Οδυσσέα), ο Οδυσσέας συνιστά τύπο του Χριστού, τον Οποίο αναμένουν με αγωνία και μόνο ο ερχομός Του θα τους λυτρώσει από την επιβουλή των δαιμονικών εχθρών (μνηστήρων).

Είναι άραγε έγκυρο να ερμηνεύει κάποιος έτσι την ομηρική ποίηση; Μήπως της δίνει ένα εσφαλμένο νόημα, που ποτέ δεν είχε; Ο συγγραφέας δεν φαίνεται να έχει ενδοιασμούς. Γράφει:

«Ο Όμηρος ήταν δέκτης των αρχέγονων παγκόσμιων παραδόσεων περί εξορίας των πρωτοπλάστων από τον παράδεισο. Στην Οδύσσεια ξεδιπλώνεται η εξορία του ανθρώπου (Οδυσσέα) από τον παράδεισο (Ιθάκη) και η –μετά από μεγάλες δοκιμασίες, συμφορές και πειρασμού σε χώρους πλάνης (περι-πλάνηση)– επιστροφή του σ’ αυτόν. Το όνομα του Οδυσσέα αυτό ακριβώς υπογραμμίζει: τις μεγάλες ταλαιπωρίες που δέχεται ο άνθρωπος όσο βρίσκεται μακριά από την πραγματική του πατρίδα, την ουράνια. Στο έργο ο πατέρας του Οδυσσέα αναφέρει σχετικά: “Έφτασα εδώ εγώ οδυσσάμενος, που πάει να πει από πολλούς θυμώθηκα, γυναίκες κι άντρες, όσους απάντησα στον δρόμο μου, γυρίζοντας από τη μία χώρα στην άλλη – γι’ αυτό ονομάζω Οδυσσέα το παιδί, έτσι να το φωνάζουν” (τ, 407-409)» (σελ. 17-18) [σημ: στους ομηρικούς στίχους που παραθέτει χρησιμοποιεί τη μετάφραση του Δ. Μαρωνίτη, Θεσσαλονίκη 2006, παραθέτοντας και το πρωτότυπο σε σημείωση].

Ας υπενθυμίσουμε ότι η αλληγορική ερμηνεία του Ομήρου, καθώς και όλων των αρχαίων μύθων, έχει απασχολήσει πολλούς μελετητές, αρχίζοντας από τους στωικούς, ενώ στις μέρες μας αρκετοί έχουν επιχειρήσει ψυχαναλυτικό αποσυμβολισμό στο ομηρικό έργο. Η οπτική του συγγραφέα μας δεν απέχει πολύ από το τελευταίο – μόνο που δε μένει εκεί, αλλά προχωρεί στους διαδρόμους της «χριστιανικής ψυχολογίας», που είναι η νηπτική παράδοση και έχει σκοπό τη μεταμορφωτική συνάντηση ανθρώπου και Θεού, δηλαδή τη θέωση.
Ο άγιος Ιουστίνος ο φιλόσοφος & μάρτυρας (χριστιανός απολογητής του 2ου αιώνα μ.Χ.), από τους πρώτους μελετητές του σπερματικού λόγου (βλ. εδώ)

Παραθέτουμε δύο αποσπάσματα, από την αρχή του έργου (σελίδες 23-26):

Καθώς ο νους (Οδυσσέας) απομακρύνεται από την ψυχή (Πηνελόπη) κι αρχίζει την περιπλάνησή του, την πορεία του δηλαδή σε τόπους ξένους –από εκείνους που αρμόζουν στη θεόπλαστη ψυχή– τα κατώτερα ένστικτα (μνηστήρες) ξυπνούν και την ταλαιπωρούν. Η ψυχή, με την απομάκρυνση του νου, κλυδωνίζεται, ζει την μοναξιά της και πειραματίζεται με τις κατώτερες ορμές, παιχνίδι άκρως επικίνδυνο και φθοροποιό.

Οι μνηστήρες, όσο ο Οδυσσέας (νους) είναι μακριά από την Πηνελόπη (ψυχή), λεηλατούν και διασπαθίζουν διαρκώς την περιουσία του (τα ζωντανά του Οδυσσέα που ποιμαίνει ο χοιροβοσκός Εύμαιος). Σφάζουν συνεχώς απ’ τα κοπάδια του Οδυσσέα, τα κατατρώγουν και μπεκροπίνουν στο ισόγειο του παλατιού του.

Η Πηνελόπη (ψυχή) κατοικεί στο υψηλό και φωτεινό υπερώο, στο ανώγειο του παλατιού. Δεν κατέρχεται στο επίπεδο των μνηστήρων. Στο έργο παρουσιάζεται να ζει ψηλά στην κάμαρή της και να ξεγελά τα κατώτερα ένστικτα (τους μνηστήρες), υφαίνοντας το σάβανο του ξακουστού γέρο Λαέρτη, πατέρα του Οδυσσέα.

Η ίδια έχει υποσχεθεί στους μνηστήρες πως θα παντρευτεί έναν απ’ αυτούς μόνο όταν τελειώσει το σάβανο. Τη νύχτα όμως, κρυφά, δίπλα σε δύο αναμμένες δάδες, ξηλώνει ό,τι υφαίνει την ημέρα, κερδίζει χρόνο και συνεχώς ξεγλιστρά από την επιβουλή των μνηστήρων. […]

Η ψυχή, για να ξεφύγει από τα κατώτερα ένστικτα, κάνει αυτό που σκιωδώς τονίζει ο ένθεος Όμηρος: την ημέρα υφαίνει τις αρετές (φωτεινό υφαντό), οι οποίες οδηγούν στη ζωοποιό νέκρωση, στον θάνατο δηλαδή για τις επιθυμίες του κόσμου –η Πηνελόπη προορίζει το υφαντό για τον θάνατο του Λαέρτη– ενώ την νύχτα δίπλα σε δύο αναμμένες δάδες κρυφά μέσα από την καρδιά της (φωτεινή κάμαρη) προσεύχεται στον Θεό με καθαρότητα, ξηλώνοντας από τον νου κάθε ιδέα, σκέψη και έννοια.

Στην ορθόδοξη παράδοση κάνουμε λόγο για μυστική προσευχή και συμβολίζουμε την ανάβαση της ψυχής προς τον Θεό με την φλόγα των κεριών. Βέβαια, την Πηνελόπη (ψυχή), όπως φαίνεται στο τέλος του έργου, δεν την σώζουν αποκλειστικά οι αρετές κι η προσευχή, αλλά η παρουσία του Οδυσσέα (Χριστού) στο παλάτι. Πότε όμως παρουσιάζεται ο Οδυσσέας; Όταν η Πηνελόπη αναγκάζεται πλέον να τελειώσει το σάβανο, ύστερα από την διάρρευση του μυστικού της νυχτερινής εργασίας.

Ο αγωνιστής χριστιανός μπορεί να φτάσει στην απελπισία, βλέποντας πως η τήρηση των αρετών δεν τον ελευθερώνει από τα πάθη. Τότε ο Χριστός που βλέπει τον φιλότιμο αγώνα του, εμφανίζεται στην ζωή του και με την θεία Χάρη Του τον μεταμορφώνει. Όμως, για να έρθει ο Χριστός, είναι απαραίτητο να έχει προηγηθεί η κοπιώδης τήρηση των αρετών.
Συχνά, άνθρωποι του στενού περιβάλλοντος, οι οικείοι μας, μας προδίδουν στον εχθρό εξαιτίας του φθόνου ή της επιπολαιότητάς τους. Η μυστική εργασία της Πηνελόπης προδόθηκε στους φοβερούς μνηστήρες από έμπιστή της υπηρέτρια, την κόρη του Δολίου. Μήπως κι ο Χριστός μας δεν προδόθηκε από έναν δόλιο μαθητή Του;

Η Πηνελόπη (ψυχή) εγκαταβιώνει στο παλάτι, είναι δηλαδή έγκλειστη, όσο αποζητά τον Οδυσσέα-Χριστό. Περιορίζεται στον χώρο της, στην μοναξιά της. Δε χάνεται στις μέριμνες των βιοτικών αναγκών. Οι μνηστήρες συνεχώς φέρνουν τα σφάγια στο παλάτι για να απολαύσουν τα πλούσια συμπόσιά τους. Η ψυχή περιμένει στην ησυχία της φωτεινής κάμαρής της τον νυμφίο της, εργαζόμενη την προσευχή και τις αρετές. Όταν επιστρέψει, τότε με ασφάλεια θα κάνουν ταξίδια μαζί. Δεν θα φοβάται τον εχθρό, ο οποίος «ως λέων ωρυόμενος περιπατεί ζητών τίνα καταπίη» (Α΄ Πέτρ. ε΄ 8). Όπως έλεγε ο π. Πορφύριος, «συν Χριστώ πανταχού, φόβος ουδαμού». Η παρουσία του Χριστού θα εξοντώσει τα φθοροποιά πάθη (μνηστήρες). […]

***

Θεωρώ άξιο αναφοράς και το εξής: με αφορμή την κάθοδο του Οδυσσέα στον Άδη για να συμβουλευτεί το μάντη Τειρεσία (δηλαδή να μαθητεύσει σε έναν «άγιο», κατά τους αρχαίους, διδάσκαλο), ο συγγραφέας παραθέτει το ακόλουθο περιστατικό, που συνδέει εντυπωσιακά, κατά την ταπεινή μου γνώμη, το χριστιανισμό με τον προ Χριστού «σπερματικό λόγο» που δόθηκε στους εθνικούς:

Ο π. Πορφύριος, σε συνομιλία που είχε με αρχαιολόγο στην Πολυκλινική Αθηνών, «είδε» με την θεία χάρη τον διάσημο Θηβαίο μάντη, τον Τειρεσία […], όπως τον περιγράφει η αρχαία ελληνική μυθολογία. Είχε πει τότε στην κοπέλα: «Εκεί που δουλεύεις, πιο πάνω, βλέπω έναν γέροντα σαν τον προφήτη Ησαΐα. Είναι πολύ γέρος, ψηλός με μακριά γενειάδα και τον χειραγωγούν». Και η κοπέλα ενθουσιασμένη απάντησε: «Ναι, έτσι ακριβώς είναι, όπως τα λες. Άκου να σου πω όμως και κάτι άλλο. Από πάνω είναι το σπίτι ενός μάντη, που πράγματι ήταν όπως τον περιέγραψες, σαν τον προφήτη Ησαΐα, ψηλός, με μακριά γενειάδα, αλλά ήταν τυφλός. Κι όπως τον είδες, έτσι πράγματι τον χειραγωγούσαν. Ήταν ο μάντης Τειρεσίας». Κι ο Γέροντας επανέλαβε: «Ναι, ο Τειρεσίας, αυτός ήταν βρε» (σελ. 46, με παραπομπή στο: Γεώργιος Κρουσταλλάκης, Ο Γέρων Πορφύριος, εκδ. Ιχνηλασία, Αθήνα 1997, σ. 91-93).

Αντιγράφουμε και τη βιβλιοπαρουσίαση του κ. Δ. Μακρή, από το διαδικτυακό περιοδικό Στύλος Ορθοδοξίας:

Ένθεοι εξαίσιοι παραλληλισμοί της Οδύσσειας και της Καινής Διαθήκης

Όταν ο κ. Θανάσης ένα πνευματικό τέκνο του γέροντος Πορφυρίου μου έλεγε πριν από χρόνια σε ένα προσκύνημα στο Άγιο Όρος ότι το δοχείο της γνώσης του Θεού είναι ανεξάντλητο και ο καθένας ρουφά από εκεί το νέκταρ που του αναλογεί ως φωτισμό και δωρεά της χάριτος του Θεού δεν συνειδητοποιούσα απόλυτα την ουσία των λόγων του. Όμως, στο διάβα του χρόνου και ημέρα με την ημέρα διαπιστώνω στην πράξη πλέον το βαθύτερο νόημα των λόγων του. 

Ο προφήτης Δαυίδ άλλωστε το λέει πιο ξεκάθαρα πως είναι μακάριος εκείνος που θα εκπαιδευτεί από τον Κύριο. «Μακάριος άνθρωπος ον αν συ παιδεύσης Κύριε και εκ του νόμου σου διδάξης αυτόν» (Ψαλμ. 93,12). Ο κάθε άνθρωπος λοιπόν επιχειρώντας να προσεγγίσει τον Κύριο δέχεται ως δωρεά αυτής της καθοριστικής σωτήριας γνωριμίας με το Δημιουργό, τον φωτισμό και τις ευλογίες Του, όπως το κέρασμα που προσφέρουμε στους επισκέπτες μας.

Μία τέτοια ευλογία λοιπόν ξεχωριστή, η οποία στην ουσία συμβάλλει καθοριστικά στην εν Χριστώ εμβάθυνση και ερμηνεία της Ομήρου Οδύσσειας έλαβε ένας ταπεινός εργάτης του ευαγγελίου ο π. Αρσένιος και θέλησε αυτή τη χαρά να τη μοιραστεί με όλους μας. Άλλωστε μία σπίθα φωτός αρκεί για να διαλύσει βαθύ σκοτάδι, έτσι και ο π. Αρσένιος πρόσφερε με το πρώτο βιβλίο που εξέδωσε την σπίθα της γνώσης που έλειπε από την ορθή ερμηνεία του Ομήρου. Και αυτός ο σπινθήρας πέραν της χαράς, ως απόρροια της αλήθειας και του φωτός της νέας γνώσεως που σκορπά σε Χριστιανούς αναμένεται να διαλύσει το σκοτάδι εκείνων των δυστυχισμένων συνανθρώπων μας που συνειδητά «πνίγονται» στα δίκτυα της επιχειρούμενης επαναφοράς της βδελυρής νεοειδωλολατρίας. 

Οι «Ένθεοι Περίπατοι στην Ομήρου Οδύσσεια», αυτόν τον τίτλο φέρει το λαμπρό αυτό πόνημα του καλού αυτού ρασοφόρου έχει τύχει ευμενών σχολίων όχι μόνο από ένθερμους Χριστιανούς αλλά και από πλήθος άλλων αδιάφορων περί της χριστιανικής πίστεως συμπολιτών μας. Αν και δεν έχει ακόμη κλείσει μήνα από τότε που κυκλοφορήθηκε [σ.σ. όταν γράφτηκε το άρθρο] έχει ήδη προκαλέσει το ενδιαφέρον επωνύμων και ανωνύμων. Και αυτό γιατί το περιεχόμενό του στην κυριολεξία έρχεται να επιβεβαιώσει τις από αρχαιοτάτων χρόνων ευλογίες του τριαδικού Θεού στους Έλληνες και την Ελλάδα. Ευλογίες που οι Πατέρες της Εκκλησίας μας ερμήνευσαν, δίδαξαν και διέδωσαν υπό του ευαγγελικού φωτός. Στον λεγόμενο λοιπόν «σπερματικό λόγο» του τριαδικού Θεού πιστεύουμε πως ο π. Αρσένιος Κωτσόπουλος προσθέτει ένα ακόμη σημαντικό λιθαράκι.

Και λέμε το πρώτο γιατί ακολουθεί και δεύτερο βιβλίο του ταπεινού λευίτη το οποίο επιγράφεται «Πληγωμένες σχέσεις και ένθεες συνθέσεις». Το περιεχόμενο του βιβλίου τούτου περιλαμβάνει διεισδύσεις σε πραγματικά γεγονότα και δραστηριότητες της σύγχρονης κοινωνίας υπό το πνεύμα του ευαγγελικού λόγου. Είναι κατ’ ουσία μία σύγχρονη Οδύσσεια, η οποία όπως και το πρώτο βιβλίο αναμένεται να έχει την ίδια απήχηση στο αναγνωστικό κοινό και στους εν γένει αγαπώντες το καλό βιβλίο.

Θεωρούμε αναγκαίο να παρουσιάσουμε αποσπάσματα της επιστολής του Μητροπολίτη Βελεστίνου Δαμασκηνού, πρωτοσύγκελου της Ιεράς Αρχιεπισκοπής για να αποδείξουμε τα όσα προαναφέραμε περί του βιβλίου «Ένθεοι Περίπατοι στην Ομήρου Οδύσσεια». «Οφείλω ειλικρινώς να ομολογήσω ότι ποτέ δεν εσκέφθην να παραλληλίσω την Μυθολογίαν, έστω και με την ποιητικήν μορφήν των Ομηρικών Επών, με τας αληθείας της νέας Πίστεως... Ποτέ δεν ήτο δυνατόν να υποθέσω ότι υπάρχει τόσος στενός σύνδεσμος και τόσον άμεσος προορισμός μεταξύ των έργων του Ομήρου και της Χριστιανικής Θρησκείας. Σας θαυμάζω... Το έργο σας φανερώνει την οξυδέρκειάν σας και την δύναμιν του πνεύματός σας να ερευνά, να διακρίνη την αλήθειαν και να εξαίρει αυτήν», γράφει μεταξύ άλλων στην επιστολή του ο Σεβ. Ιεράρχης. Ανάλογες επιστολές έλαβε ο π. Αρσένιος και από άλλους Μητροπολίτες αλλά και πολλούς αναγνώστες.

Μπορείτε να προμηθευτείτε το βιβλίο σε πολλούς διαδικτυακούς τόπους.

Δες και: Χριστός το αιώνιο ΤΑΟ (κινέζικη σκέψη και ορθόδοξη πνευματική κληρονομιά)

Η ιστορία της σχέσης ανθρώπου και Θεού (παγκοσμίως)