Πριν από 60 χρόνια ακριβώς -συγκεκριμένα στις 27 Φεβρουαρίου του 1953- συγκεντρώθηκαν στο Λονδίνο οι 70 χώρες στις οποίες χρωστούσε χρήματα η Γερμανία. Ανάμεσά τους και η Ελλάδα, αλλά και χώρες όπως η Αίγυπτος και το Πακιστάν, εκτός από τις ΗΠΑ, τη Γαλλία και τη Βρετανία.
Στόχος τους δεν ήταν να πιέσουν τη Γερμανία να προβεί σε μέτρα λιτότητας προκειμένου να αποπληρώσει τα χρέη της. Το αντίθετο. Στόχος των χωρών αυτών (επαναλαμβάνουμε, και της Ελλάδας) ήταν να βοηθήσουν τη Γερμανία να ορθοποδήσει, γιατί έτσι θα συνέβαλλαν παράλληλα στην ευημερία ολόκληρης της δυτικής Ευρώπης.
Από τον Α' Παγκόσμιο
Ούτε όμως και η Γερμανία ...
του 1953 είχε ως επιλογές τη λιτότητα και την επιστροφή των δανείων. Το αντίθετο! Η γερμανική οικονομία, όπως υποστήριζαν οι ηγέτες της τότε, χρειαζόταν «φρέσκο» χρήμα για την ανοικοδόμηση της χώρας. Το χρέος της Γερμανίας προερχόταν από τις αποζημιώσεις που συμφώνησε να πληρώσει μετά το τέλος του Α' Παγκόσμιου Πολέμου, αλλά και από δάνεια που είχε πάρει μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο προκειμένου να ανοικοδομηθεί. Το συνολικό χρέος της ανερχόταν γύρω στα 30 δισ. μάρκα, δηλαδή αντιστοιχούσε μόλις στο 23% του ΑΕΠ.
Για χρόνια οι Γερμανοί επέλεγαν να ξεχνούν το πόσο υπερχρεωμένη ήταν η χώρα τους μετά το τέλος του Β' Παγκόσμιου Πολέμου. «Μαθαίναμε ότι το οικονομικό θαύμα οφειλόταν στην εργατικότητα του λαού μας και στους Αμερικανούς, οι οποίοι μας βοήθησαν με χρήματα. Δυστυχώς, ένα κομμάτι της Ιστορίας μας αγνοήθηκε επιμελώς» ανέφερε στην Deutsche Welle o Γερμανός ειδικός σε ζητήματα χρέους Γιούργκεν Κάιζερ, μέλος του συνδέσμου erlassjahr.de για τη μείωση του χρέους των υπό ανάπτυξη χωρών.
Οι πιστωτές της Γερμανίας αποφάσισαν να βοηθήσουν τη χώρα παρά τις αγριότητες που είχαν ζήσει εξαιτίας της στον πόλεμο. Το πιο σημαντικό; Αναγνώρισαν ότι το χρέος μιας χώρας δεν είναι μόνο ευθύνη της χώρας αυτής, αλλά και των πιστωτών της. Η ιστορική συμφωνία, που ονομάστηκε Συμφωνία του Λονδίνου και στην οποία οφείλεται το «οικονομικό θαύμα» που απολαμβάνει σήμερα η Γερμανία, περιλάμβανε τη διαγραφή σχεδόν του 50% του χρέους, ενώ για το υπόλοιπο υπήρχε πρόβλεψη για μακροπρόθεσμη αναδιάρθρωσή του.
Παράλληλα, η συμφωνία δημιούργησε τις προϋποθέσεις για να γίνει η Γερμανία εξαγωγική δύναμη. Διότι η Γερμανία ήταν υποχρεωμένη να εξυπηρετεί το χρέος της, μόνο αν κέρδιζε χρήματα από τις εξαγωγές. Από τα κέρδη, μάλιστα, ήταν υποχρεωμένη να δίνει μόνο 3% κάθε χρόνο. «Οι δανειστές της είχαν, λοιπόν, συμφέρον να αγοράζουν γερμανικά προϊόντα» λέει ο Γιούργκεν Κάιζερ. Κατά την άποψή του, μια παρόμοια ρύθμιση θα μπορούσε να βοηθήσει και την Ελλάδα, η οποία, όπως υπενθυμίζει, λίγο πριν από το ξέσπασμα της κρίσης δαπανούσε δισεκατομμύρια για γερμανικά τανκς.
Μαρία Παναγιώτου/Δημοκρατία