Τρίτη 4 Δεκεμβρίου 2012

Παλαιστίνη: Αναβάθμιση από «οντότητα» σε «κράτος» στα όρια του ’67


«Η Παλαιστίνη έρχεται στη Γενική Συνέλευση επειδή ακριβώς θέλει την ειρήνη, και πιστεύει στη λύση των δύο κρατών, επειδή καλεί και πάλι τη διεθνή κοινότητα να μη δεχτεί το δίκιο της κατοχής αλλά να αναγνωρίσει τα δικαιώματα, τον αγώνα, το αίμα του παλαιστινιακού λαού, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι αμφισβητεί το δικαίωμα ύπαρξης του Ισραήλ». Αυτά, ανάμεσα σε άλλα, ανέφερε, στην συγκινησιακά φορτισμένη ομιλία του, ο Παλαιστίνιος Πρόεδρος Αμπάς ενώπιον της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ την Πέμπτη το βράδυ, καταθέτοντας τυπικά το αίτημα για αναβάθμιση του νομικού καθεστώτος της Παλαιστίνης σε «κράτος – παρατηρητή μη μέλος». Ακριβώς εξήντα πέντε χρόνια μετά την ιστορική συνεδρίαση των Ηνωμένων Εθνών που ενέκρινε την ίδρυση κράτους του Ισραήλ, δίπλα σε ένα παλαιστινιακό – κάτι που τότε δεν είχαν δεχτεί οι αραβικές χώρες -, ο ΟΗΕ κλήθηκε να επανέλθει και να «συμπληρώσει», έστω και σε συμβολικό επίπεδο, εκείνη την ιστορική απόφαση.

Το αποτέλεσμα της ψηφοφορίας θεωρούνταν σχεδόν βέβαιο, καθώς η παλαιστινιακή διπλωματία είχε διεξάγει μια εκτενή καμπάνια ως συνέχεια του αιτήματος που είχε καταθέσει το Σεπτέμβρη του 2011 για μονομερή αναγνώριση ανεξαρτησίας από το Συμβούλιο Ασφαλείας και είχε μπλοκαριστεί από το αμερικανικό βέτο. Εντούτοις, η ανακοίνωση των αποτελεσμάτων (138 ψήφους υπέρ, 9 κατά και 41 αποχές) προκάλεσε ενθουσιασμό τόσο μέσα στην αίθουσα της Γενικής Συνέλευσης, όσο και στους δρόμους πολλών παλαιστινιακών πόλεων. 

Υπέρ και κατά, από πολλούς, με γνώμονα τα συμφέροντα...

Κατά του παλαιστινιακού αιτήματος ψήφισαν οι ΗΠΑ, Ισραήλ, Καναδάς, Τσεχία και οι δορυφόροι των πρώτων Παλάου, Μικρονησία, Παναμάς, Νησιά Μάρσαλ και Ναούρου. Το σκεπτικό που παρουσίασε στην παρέμβασή της η Αμερικανίδα πρέσβειρα στον ΟΗΕ Σούζαν Ράις ήταν μια περίληψη των όσων είχε πει ο Ισραηλινός πρέσβης Ρον Πρόσορ λίγη ώρα νωρίτερα. Η Ράις χαρακτήρισε «αντιπαραγωγικό και ατυχές» το αίτημα των Παλαιστινίων, εκτιμώντας ότι θέτει εμπόδια «στην ειρηνευτική διαδικασία».

Πρόκειται για προσέγγιση που είχε εξαρχής υιοθετήσει το Ισραήλ, με τον πρωθυπουργό Νετανιάχου, πλέον, να θέτει ζήτημα παραβίασης των όποιων συμφωνιών έχουν γίνει στο πλαίσιο της «ειρηνευτικής διαδικασίας» από την παλαιστινιακή πλευρά, απειλώντας με άρση κάθε δέσμευσης που προκύπτει εξ αυτών. Ισως, η πλέον χαρακτηριστική και προκλητική αποστροφή της παρέμβασης του Ισραηλινού πρέσβη, εκτός των αλλεπάλληλων αναφορών στο πόσο υποφέρει ο ισραηλινός λαός από την «παλαιστινιακή τρομοκρατία» και το πόσο έχει προσπαθήσει το Ισραήλ για την ειρήνη απέναντι στις «απορρίψεις» της παλαιστινιακής ηγεσίας, να ήταν αυτή που ανέφερε ότι «η 4.000 ετών σχέση του εβραϊκού λαού με την ιερή γη του Ισραήλ δεν πρόκειται να διαταραχθεί από καμία απόφαση του ΟΗΕ όσα χαρτιά και αν υπάρξουν, όσες υπογραφές και αν συγκεντρωθούν».

Υπέρ ψήφισαν οι αραβικές και μουσουλμανικές χώρες, οι περισσότερες χώρες της Λατινικής Αμερικής, αρκετές από την Αφρική, η Κίνα και η Ρωσία, οι περισσότερες χώρες της ΕΕ, μεταξύ των οποίων Γαλλία, Ισπανία, Ιταλία, Δανία, Νορβηγία, Ελβετία, Ελλάδα, με εξέχουσες απουσίες τις Βρετανία, Γερμανία. Η στάση αυτή, για πολλές από τις αραβικές και μουσουλμανικές ηγεσίες, ήταν δεδομένη όχι μόνο λόγω των παραδοσιακών δεσμών τους με τον παλαιστινιακό λαό αλλά, ίσως πολύ περισσότερο στην παρούσα φάση, λόγω του ότι αξιοποιούν εδώ και χρόνια το παλαιστινιακό ζήτημα ως μέσο εκτόνωσης της λαϊκής δυσαρέσκειας εναντίον τους.

Ευρωπαϊκές ηγεσίες, Κίνα και Ρωσία υπερψήφισαν, με λιγότερες ή περισσότερες επιφυλάξεις το παλαιστινιακό αίτημα, γνωρίζοντας ότι η στάση αυτή αποτελεί «κλειδί» για προώθηση των συμφερόντων τους στον αραβικό κόσμο. Γιατί αν πραγματικά νοιάζονταν για τον παλαιστινιακό λαό με κάποιο τρόπο, όλα αυτά τα χρόνια, θα είχαν πιέσει το Ισραήλ και τους συμμάχους του να εφαρμόσουν τις αποφάσεις του ΟΗΕ, να τερματίσουν τον εποικισμό, τις δολοφονίες αμάχων, την εξόντωση του παλαιστινιακού λαού με τον αποκλεισμό, την πείνα, την εξαθλίωση, τον εξευτελισμό. Δεν το έκαναν όμως.

Δικαίωση και πραγματικότητα

Χιλιάδες Παλαιστίνιοι άκουσαν με δάκρυα μια απόφαση που γνωρίζουν πολύ καλά ότι δεν δίνει στην Παλαιστίνη δικαίωμα ψήφου στη Γενική Συνέλευση, ούτε δικαίωμα υποψηφιότητας για όργανα του ΟΗΕ, δεν αλλάζει την καθημερινότητα στα παλαιστινιακά εδάφη, ούτε ανατρέπει την ισραηλινή κατοχή. Το Ισραήλ διατηρεί υπό τον έλεγχό του τον εναέριο και το θαλάσσιο χώρο των παλαιστινιακών εδαφών καθώς και τα σύνορα. Παραμένει σε ισχύ, έστω και με ελαφρύνσεις μετά από την πρόσφατη συμφωνία κατάπαυσης πυρός, ο αποκλεισμός στη Γάζα.

Διατηρεί, επίσης, τους δεκάδες εποικισμούς που μεθοδικά διαλύουν σε μικρά κομμάτια την παλαιστινιακή γη, περικυκλώνουν την Ανατολική Ιερουσαλήμ, ποδοπατούν τις παλαιστινιακές καλλιέργειες, κλέβουν το παλαιστινιακό νερό, φυλακίζουν τον παλαιστινιακό λαό μέσα στην ίδια τη γη του. Ωρες μόνο μετά την απόφαση της Γενικής Συνέλευσης, η ισραηλινή κυβέρνηση ενέκρινε την ανέγερση άλλων 3.000 κατοικιών σε εποικισμούς, κυρίως πέριξ της Ανατολικής Ιερουσαλήμ.

Επίσης, συνεχίζει να ελέγχει και την παλαιστινιακή οικονομία, από τη δυνατότητα εμπορικών συναλλαγών και ανάπτυξης της παραγωγικής βάσης μέχρι τη συλλογή φόρων και τελών από τις κατεχόμενες περιοχές. Επιπλέον, η απόφαση της Γενικής Συνέλευσης δεν είναι δεσμευτική. Δεν μπορεί να υποχρεωθεί κανείς να την εφαρμόσει και δεν αποτελεί αναγνώριση ανεξαρτησίας ή το οτιδήποτε άλλο για το οποίο θα χρειαζόταν η έγκριση του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ.

Εντούτοις, η απόφαση του ΟΗΕ την Πέμπτη το βράδυ είναι ιστορική. Αποτελεί την πρώτη επίσημη κατοχύρωση της συνοριακής γραμμής του ’67 (Δυτική Οχθη, Λωρίδα της Γάζας και Ανατολική Ιερουσαλήμ) πέραν των αποφάσεων του ΟΗΕ, που το Ισραήλ και οι ισχυρές ιμπεριαλιστικές δυνάμεις έχουν καταντήσει κουρελόχαρτο. Αποτελεί επίσης την πρώτη, σε επίπεδο διεθνούς οργανισμού,αναβάθμιση της παλαιστινιακής παρουσίας από το επίπεδο της «οντότητας» σε «κράτος», έστω και αν αυτό γίνεται σε μια απόφαση που έχει κυρίως συμβολικό χαρακτήρα.

Είναι δεδομένο ότι και τα δύο αυτά στοιχεία, η παλαιστινιακή πλευρά θα τα χρησιμοποιήσει ως «προηγούμενο» στις όποιες διαπραγματεύσεις έχει με το Ισραήλ, όποτε και αν αυτές γίνουν. Επιπλέον, δίνει τη δυνατότητα στους Παλαιστινίους να συμμετάσχουν σε υπηρεσίες και προγράμματα του ΟΗΕ, όπως είναι το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο, μια προοπτική που ανησυχεί βαθύτατα το Ισραήλ, αλλά και άλλες ιμπεριαλιστικές δυνάμεις, οι οποίες μπορεί να μην έχουν υπογράψει την ιδρυτική συνθήκη του δικαστηρίου, αλλά αυτό δε σημαίνει ότι στελέχη τους δεν μπορούν να διωχθούν έστω και για το θεαθήναι.

Με τα παραπάνω δεδομένα, είναι ξεκάθαρο ότι η ψηφοφορία της νύχτας της Πέμπτης αποτελεί μια μεγάλη διπλωματική νίκη για την Οργάνωση Απελευθέρωσης της Παλαιστίνης, που κατέθεσε το αίτημα ως μοναδικός νόμιμος εκπρόσωπος του παλαιστινιακού λαού, καθώς η Π. Αρχή ως θεσμός προκύπτει μόνο μέσα από την ειρηνευτική συμφωνία του Οσλο και ανά πάσα στιγμή θα μπορούσε το Ισραήλ να αμφισβητήσει την ύπαρξή της αποσύροντας την υπογραφή του από τη συμφωνία, όπως απειλεί ότι θα κάνει. Σίγουρα, ενισχύει και τη θέση του Αμπάς στο ενδο-παλαιστινιακό πεδίο, όπου αναμένεται εντός των ημερών να αρχίσει ένας νέος γύρος διαλόγου για την επίτευξη εθνικής συμφιλίωσης με την ισλαμιστική «Χαμάς».

Απειλές περαιτέρω οικονομικού στραγγαλισμού

Το αν η διπλωματική αυτή επιτυχία καταφέρει ν’ αποτρέψει τον οικονομικό στραγγαλισμό, με τον οποίο απειλούν τα παλαιστινιακά εδάφη ΗΠΑ, Καναδάς και Ισραήλ, είναι ένα ερώτημα. Η Ουάσιγκτον, μάλιστα, αφήνει να εννοηθεί ότι δεν αποκλείεται να επικαλεστεί νομοθεσία που προβλέπει διακοπή κάθε χρηματοδότησης φορέων, οργανισμών και υπηρεσιών που «απειλούν μονομερώς το Ισραήλ», χαρακτηρισμό που η Ουάσιγκτον προειδοποιεί σαφώς ότι θα χρησιμοποιήσει για το παλαιστινιακό αίτημα αναβάθμισης στη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ. Ηδη βρίσκεται στον αέρα η βοήθεια 200 εκατομμυρίων δολαρίων προς την Π. Αρχή καθώς και πολλά κονδύλια που προορίζονται για τα παλαιστινιακά εδάφη διά μέσου πληθώρας οργανώσεων.

Οι απειλές αυτές έρχονται σε μια στιγμή που η Παλαιστινιακή Αρχή βιώνει τη χειρότερη δημοσιονομική κρίση και απειλείται με άμεση κατάρρευση. Οι πιέσεις τους για άμεση επανέναρξη διαπραγματεύσεων με το Ισραήλ, και μάλιστα άνευ όρων – δηλαδή εγκατάλειψη της προϋπόθεσης του παγώματος του εποικισμού και της αναγνώριση των ορίων του ’67 ως σημείο αναφοράς – αναμένεται να κλιμακωθούν με μοχλό ακριβώς την οικονομική ασφυξία. Στο πλευρό τους, πιθανώς, θα βρεθούν και ιμπεριαλιστικές δυνάμεις που ψήφισαν το παλαιστινιακό αίτημα, αλλά δε θέλουν να διακινδυνεύσουν πολύ και τα συμφέροντά τους από τις σχέσεις τους με το Ισραήλ, π.χ. η Γαλλία.

Από την άλλη, μετά την πρόσφατη συμφωνία κατάπαυσης πυρός στη Γάζα, σειρά αραβικών χωρών δήλωναν ότι θα στηρίξουν οικονομικά τα παλαιστινιακά εδάφη. Το κατά πόσο αυτή τη φορά οι δηλώσεις θα γίνουν πράξη, μένει ν’ αποδειχτεί. Το βέβαιο είναι ότι η απόφαση της 29ης Νοεμβρίου 2012 θα αποτελεί πλέον ένα νέο σημείο αναφοράς στον αγώνα του παλαιστινιακού λαού για ανεξάρτητο, βιώσιμο, ενιαίο εδαφικά κράτος, στα σύνορα του ’67 με πρωτεύουσα την Ανατολική Ιερουσαλήμ.