Ἤδη βρισκόμαστε στὴν περίοδο τοῦ Δεκαπενταυγούστου καὶ καθὼς καθημερινὰ ψάλλουμε τοὺς κανόνες τῆς Παρακλήσεως στὴν Παναγία μας, ὁ πόνος καὶ ἡ ἐλπίδα ἐναλλάσσονται στὴν καρδιά μας. Ἡ θλίψη καὶ ἡ αἴσθηση τοῦ ἀδιεξόδου γιὰ τὰ γήϊνα, τὰ καθημερινὰ ἀλλὰ καὶ τὰ κοινωνικὰ καὶ ἐθνικά μας θέματα, ὅταν δὲν τὰ ἀπωθοῦμε, κυριολεκτικὰ μᾶς πνίγουν. Φθάσαμε σὲ μία κατάσταση ὅπου οἱ διαχειριστὲς τῆς ζωῆς καὶ τῆς ἱστορίας μας μᾶς ἔχουν ἀπογοητεύσει. Τὸ μόνο ποὺ καταφέρνουν νὰ κάνουν εἶναι νὰ καταργοῦν τὴ λογική, νὰ ξερριζώνουν κάθε στοιχεῖο τῆς ἐπιβίωσής μας καὶ νὰ ξηλώνουν κάθε κλωστὴ ἀπὸ τὸ κέντημα τοῦ πολιτισμοῦ καὶ τῶν ἀξιῶν μας.
Ἡ παιδεία ἔχει συστηματικὰ ἀπογυμνωθεῖ ἀπὸ τὴν παράδοση καὶ τὶς ἀξίες τῆς ἱστορίας καὶ τοῦ πολιτισμοῦ μας. Ἡ οἰκογένεια δέχεται καὶ αὐτὴ νομοθετικὰ χτυπήματα ποὺ ἀπεργάζονται τὴ διάλυσή της. Ἡ πολυτεκνία φορολογεῖται, ἡ πίστη περιθωριοποεῖται, ἡ ἐλευθερία καταργεῖται.
Καὶ τώρα τελευταῖα, κάποιοι ἀποφάσισαν νὰ φορολογήσουν καὶ τὸν Θεὸ ποὺ αὐτοὶ φαίνεται πὼς δὲν πιστεύουν, ἀλλὰ στὸν Ὁποῖο καὶ μόνον Αὐτὸν ἐμεῖς ἐλπίζουμε. Τὰ πάντα ἑρμηνεύονται μὲ οἰκονομικὲς παραμέτρους, ἀκόμη καὶ οἱ τελευταῖες ἐναπομείνασες πνευματικές μας σταθερές.