Δέν μοῦ ἀρέσει ν΄ ἀνατρέχω στα πρόσφατα «παλιά», πού μᾶς προκαλοῦν πόνο και κάνουν τό δηλητήριο τοῦ μίσους νά εἶναι τό πιο διαδομένο στη χώρα μας ποτό. Δυστυχῶς, ὁ θόρυβος σχετικά μέ τό πολυθρύλητο «ἀντιρρατσιστικό νομοχέδιο» μέ ὑποχρεώνει νά ἀναφερθῶ σέ κάποιο περιστατικό, στό ὁποῖο οὐδέποτε ἔχω ἀναφερθεῖ εἴτε προφορικά εἴτε γραπτά.
Ὅταν ἐπιτράπηκε ἡ παλιννόστηση τῶν πολιτικῶν προσφύγων στην Ἑλλάδα κι ἄρχισαν νά φθάνουν ἀπό διάφορες κομμουνιστικές χῶρες ἄνθρωποι σαν πουλιά μέ σπασμένα φτερά (κι ἐννοῶ ὅσους εἶχαν ἀποσχισθεῖ ἤ διαγραφεῖ ἀπό τό ἐπίσημο κόμμα), μέσω τοῦ ἀκδότη μου Γιώργου Δαρδανοῦ γνωρίστηκα μ΄ ἕναν ψηλόλιγνο ἡλικιωμένο ἄνθρωπο, τόν ὁποῖο διάσημος τότε δημοσιογράφος μεγάλης ἐφημερίδας τῶν Ἀθηνῶν εἶχε ὀνομάσει «Δάκαλο τοῦ Γένους». Ἐπρόκειτο για τόν Περικλῆ Καλοδίκη, ὑπεύθυνο τοῦ ΕΑΜ για τούς ἐκπαιδευτικούς στα χρόνια τῆς Κατοχῆς στην Ἀθήνα, και ἀργότερα διαφωτιστῆ στό Μποῦλκες. Ἤξερα ἀπό τόν οἰκονομολόγο Γουργιώτη ὅτι ὁ ἀδελφός τοῦ Περικλῆ, ὁ Σπῦρος Καλοδίκης (ἐκτελέστηκε στη Λάρισα νομίζω τό 1947), ἀνώτατο στέλεχος τοῦ ΚΚΕ ἦταν ἕνας «ἀνθρώπινος κομμουνιστής», διότι ὅταν ἐρχόταν σέ ἐπαφή μέ κάποιον παράνομο, τόν ρωτοῦσε και για την ὑγεία του και για την οἰκογένειά του!