Παρασκευή 11 Ιανουαρίου 2013

Έλληνες κατάσκοποι σε τουρκικό έδαφος, αποκαλύπτουν οτι υπάρχει σχεδιασμός πολεμικής σύρραξης για το Αιγαίο!


Ενώ η προπαγάνδα της Αγκύρας παρουσίασε ως επιτυχία τη σύλληψη τριών Τούρκων πολιτών για κατασκοπεία υπέρ της Ελλάδας, το «ΘEMA» αποκαλύπτει τις αληθινές ιστορίες δύο Ελλήνων αξιωματικών που….. έδρασαν για χρόνια κάτω από τη μύτη της ΜΙΤ.

Η υπόθεση είχε έντονη την οσμή της τουρκικής προπαγάνδας, όχι πάντως από την αρχή. Την πρώτη μέρα που δημοσιοποιήθηκε πέρασε στα ψιλά των τουρκικών εφημερίδων με μονόστηλα και μόνο το περασμένο Σάββατο πήρε διαστάσεις, όταν η …«Hurriyet» το ανέδειξε με εκτενές «ρεπορτάζ».

Κάτι που δεν έκανε φυσικά σε άλλες περιπτώσεις, όταν οι Έλληνες πράκτορες της τότε ΚΥΠ αλώνιζαν στη Σμύρνη, μπαίνοντας μέσα σε στρατόπεδα, φυλακές ασφαλείας ή στρατολογώντας Τούρκους αξιωματικούς, οι οποίοι σήμερα είναι φυλακισμένοι.

Δύο από τους Έλληνες αξιωματικούς ...
που διακρίθηκαν για τη δράση τους εντός του τουρκικού εδάφους είναι ο κ. Βασίλης Γιαννόπουλοςκαι ο διάδοχός του -γνωστός από την υπόθεση Οτσαλάν- κ. Σάββας Καλεντερίδης. Και οι δυο έδρασαν για περισσότερο από μια δεκαετία, από τα μικρασιατικά παράλια μέχρι την ενδοχώρα της Τουρκίας, χωρίς να γίνουν αντιληπτοί από τις τουρκικές μυστικές υπηρεσίες, συλλέγοντας πολύτιμες πληροφορίες, υποκλέπτοντας απόρρητα έγγραφα και σχέδια, ενώ στρατολόγησαν μέχρι και αξιωματικούς του τουρκικού στρατού

ΣΑΒΒΑΣ ΚΑΛΕΝΤΕΡΙΔΗΣ
Μέχρι την εμπλοκή του στην υπόθεση Οτσαλάν, το 1999, ο κ.Σάββας Καλεντερίδης ήταν ένας άγνωστος ακόμα και σε στελέχη της ΕΥΠ, που τον έβλεπαν στα κεντρικά της Υπηρεσίας, στο κτίριο της λεωφόρου Κατεχάκη. Ο διάδοχος του κ. Γιαννόπουλου στην Τουρκία αποδείχτηκε λίρα εκατό, αφού έσπασε κάθε ρεκόρ παραμονής μένοντας περίπου έξι χρόνια, τη στιγμή που οι αξιωματικοί επιστρέφουν παγίως έπειτα από τέσσερα.
Διαθέτοντας μοναδική επικοινωνιακή ιδιότητα, ο Έλληνας αξιωματικός στρατολόγησε μεθοδικά τρεις αξιωματικούς των γειτόνων μας σε εκείνες τις αποστολές που καλύπτονται από τον χαρακτηρισμό «άκρως απόρρητη». Χάρη σε αυτή του την κίνηση η Ελλάδα είχε χαρτογραφημένες δεκάδες στρατιωτικές εγκαταστάσεις, βάσεις στα παράλια της Μικράς Ασίας και για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα τους απόρρητους κώδικες επικοινωνίας της τουρκικής Πολεμικής Αεροπορίας.

Ο επισμηναγός Μεχμέτ Μπαρούτ και άλλοι δύο Τούρκοι αξιωματικοί συνελήφθησαν και καταδικάστηκαν, την ίδια στιγμή που ο κ. Καλεντερίδης συνέχιζε τη δράση του. Η φράση «ο άνθρωπος έκανε το τέλειο έγκλημα», που ακούστηκε χρόνια έπειτα από υψηλόβαθμο στέλεχος της ΜΙΤ, δικαιώνει απόλυτα τον Ελληνα αξιωματικό, που όργωσε την Τουρκία. Δεν έδωσε ποτέ το δικαίωμα στους Τούρκους να τον συλλάβουν, παρόλο που ύστερα από κάποια χρόνια άρχισαν να τον παρακολουθούν, ψάχνοντας μια αφορμή ή ένα λάθος. Δεν το έκανε ποτέ, ακόμα και όταν οι γείτονες τον επικήρυξαν με 1 εκατ. δολάρια, λίγες ημέρες μετά την έκρηξη που διέλυσε ένα εργοστάσιο πυρομαχικών.

Οι πληροφορίες της ΜΙΤ τον ήθελαν παρόντα στο συμβάν, που αποδόθηκε τελικά στους Κούρδους,ενώ η έκρηξη παρουσιάστηκε ως πυρκαγιά σε διυλιστήριο. Εκτός από την επικήρυξη, οι πληροφορίες ήθελαν την τότε πρωθυπουργό Τανσού Τσιλέρ να υπογράφει την εντολή δολοφονίας του κ. Καλεντερίδη, ενώ μια δεύτερη εντολή εξόντωσης ήρθε λίγο αργότερα σε μια άτυπη συνάντηση του Εθνικού Συμβουλίου Ασφαλείας της Τουρκίας. Στη λίστα που κυκλοφορεί τότε στην αίθουσα, το όνομα του Ελληνα αξιωματικού φιγουράρει πρώτο.

Ο κ. Καλεντερίδης, καλυπτόμενος πίσω από την ιδιότητα του εμπορικού ακολούθου στο προξενείο της Σμύρνης, καταλαβαίνει ότι κάτι ύποπτο συμβαίνει όταν οι Τούρκοι που αναγνώριζε σταματούν να τον παρακολουθούν. Αντιλαμβάνεται ότι νέα πρόσωπα προσπαθούν να τον έχουν από κοντά και η διορατικότητά του είναι τέτοια που συνειδητοποιεί ότι ετοιμάζονται να τον δολοφονήσουν.

Κινητοποιώντας το δικό του σύστημα ετοιμάζει τη διαφυγή του, η οποία θα γίνει βράδυ, όταν τρία αυτοκίνητα του ελληνικού Προξενίου θα φύγουν μαύρα μεσάνυχτα από τη Σμύρνη. Στο ένα επιβαίνει ο Σάββας, που θα επιστρέψει προσωρινά στην Ελλάδα, λίγο πριν ακολουθήσει τον Αμπντουλάχ Οτσαλάν στο μοιραίο ταξίδι της Κένυας, το οποίο οδήγησε στην απαγωγή και παράδοση του Κούρδου ηγέτη από ξένες μυστικές υπηρεσίες σε κλιμάκιο ανδρών της ΜΙΤ. Την επόμενη μέρα ο κ. Καλεντερίδης θα διαβάσει στο ηλεκτρονικό πρωτοσέλιδο της «Hurriyet» τον τίτλο της πρώτης σελίδας στην οποία δέσποζε η φωτογραφία του. «Ο υπερπράκτορας της Ελλάδας παγιδευμένος στην Κένυα». Ο τελευταίος άνθρωπος στον κόσμο που θα επιζητούσε οποιαδήποτε δημοσιότητα είχε γίνει διάσημος και είχε «καεί» οριστικά και αμετάκλητα ως πράκτορας. 

BΑΣΙΛΗΣ ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
Ο θρυλικός… ιχθυέμπορος που εισέβαλε νύχτα στο τουρκικό στρατηγείο ΑΠO ΤΟ 1987 μέχρι και το 1995,ο κ. Βασίλης Γιαννόπουλος έδρασε στην Τουρκία ως επιχειρησιακός πράκτορας της τότε ΚΥΠ, γράφοντας ιστορία με τις αποστολές που έφερε εις πέρας με απόλυτη επιτυχία.

Ίσως οι γείτονες Tούρκοι να μη θυμούνται ότι για χρόνια ο στρατηγός εν αποστρατεία κ. Βασίλης Γιαννόπουλος δρούσε ανενόχλητος και χωρίς να τον υποπτευτεί κανείς στην ευρύτερη περιοχή της Σμύρνης. Από το 1987 μέχρι και το 1995, ο αντισυνταγματάρχης τότε κ. Γιαννόπουλος κρέμασε τη στολή του αξιωματικού στην ντουλάπα και ξεκίνησε τη δράση του ως επιχειρησιακός πράκτορας της ΚΥΠ.

Όποτε επιβαλλόταν έμπαινε νύχτα στην Τουρκία, κρυφά από τη θάλασσα ή τα σύνορα στη Θράκη, όταν οι συνηθισμένοι άνθρωποι κοιμόντουσαν και κάποιοι άλλοι ασυνήθιστοι έπιαναν δουλειά. Στα σαράντα του χρόνια ο κ. Γιαννόπουλος είχε μαύρα μαλλιά, μουστάκι και την εμφάνιση Ανατολίτη, ενώ μιλούσε άπταιστα τα τουρκικά. Επισήμως εμφανιζόταν ως ιχθυέμπορος και η πρώτη του μεγάλη επιτυχία είχε να κάνει με τη στρατολόγηση ενός Τούρκου αξιωματικού, που υπηρετούσε σε νευραλγική θέση της 4ης Στρατιάς, που έδρευε στη Σμύρνη.

Η επιχείρηση που τον έκανε θρύλο στην Υπηρεσία ήταν όταν κατάφερε να εισβάλει στο υπαίθριο στρατηγείο της «Στρατιάς του Αιγαίου», όπως ήταν γνωστή η 4η Στρατιά, κατά τη διάρκεια άσκησης στην οποία σκόπευαν να δοκιμάσουν την εφαρμογή πραγματικών επιθετικών σχεδίων ενάντια στην Ελλάδα. Κύριος στόχος τους σε μια πολεμική σύρραξη με τη χώρα μας ήταν τα μεγάλα νησιά του Αιγαίου, όπως η Λέσβος και η Χίος.

Ο κ. Γιαννόπουλος, που ήξερε τα πάντα για την άσκηση, διέσχισε τον κόλπο του Ντογάν και αποβιβάστηκε αθόρυβα στην περιοχή του Ντογάνμπεη. Ντυμένος πιθανότατα σαν ρακοσυλλέκτης –μια άλλη εκδοχή τον θέλει με στολή Τούρκου στρατιώτη- μπήκε στο στρατόπεδο και έφτασε μέσα από σκηνές και υπαίθρια καταλύματα στο αντίπαλο στρατηγείο. Πήρε χάρτες, επιχειρησιακά σχέδια και απόρρητα έγγραφα, ενώ φεύγοντας φωτογράφησε με ειδική μηχανή τους Τούρκους στρατηγούς που κοιμόντουσαν. Εφυγε έτσι αθόρυβα όπως μπήκε, χωρίς να τον πάρει κανείς χαμπάρι και την επόμενη μέρα έστειλε μέσω της κατάλληλης οδού όλα τα στοιχεία στα κεντρικά της Κατεχάκη.

Στη Σμύρνη έμελλε να γνωρίσει και έναν Τούρκο πρώην αλεξιπτωτιστή, που είχε λάβει μέρος στην εισβολή της Κύπρου. Η γνωριμία έγινε μέσω ενός δικτύου πληροφοριοδοτών που είχε στήσει ο Ελληνας αξιωματικός, το οποίο τον ενημέρωσε ότι ο άνθρωπος αυτός βασανιζόταν από τύψεις συνειδήσεως, αφού είχε εκτελέσει άοπλους αιχμαλώτους πολέμου.«Οταν τον προσέγγισα», είχε δηλώσει ο κ. Γιαννόπουλος, «ο άνθρωπος αυτός βρισκόταν στα όρια της τρέλας από τις ενοχές και μου ζήτησε να τον φέρω στην Ελλάδα για να δικαστεί».

Έχοντας πολλά χρόνια συνεχούς δράσης στην Τουρκία, ο Ελληνας αξιωματικός κατάλαβε ότι κάτι συνέβαινε όταν ο Τούρκος αλεξιπτωτιστής εξαφανίστηκε εν μια νυκτί. «Πρέπει να είχαν αντιληφθεί τις κινήσεις του γιατί από τη μια στιγμή στην άλλη τέθηκε σε καθεστώς στενής παρακολούθησης, πιθανόν από τη ΜΙΤ, και κάπου εκεί δυσκόλεψαν τα πράγματα για μένα». Ο κ. Γιαννόπουλος έφυγε από την Ανατολία και λίγους μήνες αργότερα τη θέση του πήρε ο«μαθητής» του κ.Σάββας Καλεντερίδης, που έμεινε και αυτός αξέχαστος στους Τούρκους. Η ιστορία με τους τρεις Τούρκους που συνελήφθησαν για κατασκοπεία υπέρ της Ελλάδας είναι απλώς άλλο ένα επεισόδιο στον ακήρυχτο πόλεμο μεταξύ της ΕΥΠ και της ΜΙΤ. Έπειτα από παρακολούθηση της MIT (πρόκειται για την Τουρκική Υπηρεσία Πληροφοριών), σε συνεργασία με την Ασφάλεια και το κλιμάκιο της Αντιτρομοκρατικής που εδρεύει στη Σμύρνη, οι τρεις άνδρες ήδη είναι προφυλακισμένοι.