Από αιώνες, κάθε χρόνο, την παραμονή της Μεταμορφώσεως, αρκετοί μοναχοί αναχωρούν από την Μεγίστη Λαύρα με ζώα φορτωμένα με τρόφιμα, σκεπάσματα και λειτουργικά σκεύη και ανεβαίνουν προς την «’Αγίαν κορυφήν» του Άθωνα, σε ύψος 2.033 μέτρων, επάνω από τα σύννεφα, όπου βρίσκεται ένα μικρό παρεκκλήσι της Μεταμορφώσεως του Σωτήρος. Εκεί, την άλλη μέρα το βράδυ, θα κάνουν την ολονύχτιον αγρυπνίαν με τρόπο παρόμοιο προς όλα τα μοναστήρια του Αγίου Όρους. Ανεβαίνοντας σιγά-σιγά, όπως τότε, οι Απόστολοι ανέβαιναν με τον Ίησούν «εις όρος υψηλόν» (Ματθ. 17, 1), ψάλλουν τους προεόρτιους ύμνους στο ρυθμό των κωδωνίσκων των μουλαριών: «Δεύτε συνανέλθωμεν τω Ιησού αναβαίνοντι εις το όρος το άγιον…».
Στον δρόμο, μοναχοί από διάφορα μέρη του Όρους και προσκυνηταί ποικίλων εθνοτήτων, συνάπτονται μαζί τους, και αυτή η πομπή που συναποτελείται ομοιάζει τότε με τους Εβραίους που συγκεντρώνονταν από όλα τα μέρη της Παλαιστίνης μαζί με τους προσήλυτους για να εορτάσουν εις τον οίκον Κυρίου εις την Σιών (βλ. Β΄ Παραλ, 30,25). «Εκεί γαρ ανέβησαν αι ψυλαί, φυλαί Κυρίου, μαρτυρίου τω Ισραήλ, του εξομολογήσασθαι τω ονόματι Κυρίου» (Ψ. 121,4).