Δευτέρα 22 Ιουλίου 2013

Κατάρ: Το εμιράτο που βρυχάται

ΚατάρΆρης Χατζηστεφάνου

Αλλαγή φρουράς σε μια χώρα που φιλοδοξεί να παίξει ρόλο τοπικής υπερδύναμης.

Μια κωμικοτραγική ακολουθία γεγονότων σημειώθηκε πριν από μερικές εβδομάδες στο Κατάρ κατά τα εγκαίνια του γραφείου (βλ. πρεσβείας) των Ταλιμπάν. Αρχικά οι εκπρόσωποι των Αφγανών μαχητών ύψωσαν τη σημαία τους μπροστά σε δεκάδες κάμερες που περίμεναν εκεί από το πρωί. Η κίνηση αυτή εξόργισε τον πρόεδρο του Αφγανιστάν ο οποίος επικοινώνησε με το Στέιτ Ντιπάρτμεντ, το οποίο ενημέρωσε την κυβέρνηση του Κατάρ να ζητήσει υποστολή της σημαίας. Ύστερα από την χλιαρή, κατά τα φαινόμενα των καταριανών οι Ταλιμπάν αντί να κατεβάσουν τη σημαία έκοψαν λίγο τον ιστό της έτσι ώστε να μην φαίνεται από πολύ μακριά. Ο κύκλος των τηλεφωνημάτων επαναλήφθηκε και τελικά οι αρχές στην Ντόχα ζήτησαν να απομακρυνθεί οριστικά η σημαία.


Αυτό το παιχνίδι του ποντικού με τη γάτα θα μπορούσε να οφείλετε σε παρεξήγηση ανάμεσα στις κυβερνήσεις των ΗΠΑ, του Αφγανιστάν και του Κατάρ. Στην πραγματικότητα είναι ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα του τρόπου με τον οποίο η βασιλική οικογένεια διαχειρίζεται τις σχέσεις με την Ουάσινγκτον αλλά και ολόκληρο τον κόσμο: Ένας πιστός σύμμαχος του Λευκού Οίκου ο οποίος όμως τα τελευταία χρόνια κατάφερε να βρεθεί αρκετές φορές στο μάτι του κυκλώνα με τα συνεχή «ανοίγματα» στην εξωτερική πολιτική.

Όταν λοιπόν ο Εμίρης του Κατάρ σεΐχης Χαμάντ μπιν Χαλίφα αλ-Τάνι δήλωσε ότι παραιτείται και παραδίδει την εξουσία στο γιο του σεΐχη Ταμίμ, όλοι αναρωτήθηκαν αν η βασιλική οικογένεια προσπαθούσε με αυτό τον τρόπο να ανοίξει μια νέα σελίδα στη διεθνή σκακιέρα – μια σελίδα που με δεδομένη την εμπλοκή του Κατάρ στη Συρία θα μπορούσε να ανατρέψει τις ισορροπίες σε ολόκληρη τη Μέση Ανατολή.

Αποχώρηση μυστήριο

«Το να παραιτηθεί ένας Εμίρης είναι σαν να παραιτείται ο Πάπας» σχολίαζαν αρκετοί αρθρογράφοι όταν πληροφορήθηκαν την είδηση. Και ύστερα θυμήθηκαν ότι το 2013 ήταν η χρονιά που παραιτήθηκε ένα πάπας, για πρώτη φορά από το 1415 μ.Χ. Και αν ο Βενέδικτος βρέθηκε αντιμέτωπος με σειρά σκανδάλων, που ροκάνιζαν την εξουσία του, κανείς δεν μπορεί να ισχυριστεί το ίδιο και για τον Εμίρη του Κατάρ. Από τη στιγμή που ανέλαβε την εξουσία, ανατρέποντας τον πατέρα του σε ένα αναίμακτο πραξικόπημα, ο σεΐχης Χαμάντ μπιν Χαλίφα αλ-Τάνι μετέτρεψε τη χώρα του σε μια οικονομική αυτοκρατορία. Η περίφημη Επενδυτική Αρχή του Κατάρ απέκτησε μέσα σε λίγα χρόνια τα πολυκαταστήματα Χάροντς του Λονδίνου, ένα μεγάλο τμήμα της τράπεζας Μπάρκλεϊς, την αλυσίδα Σένσμπουρις, την πετρελαϊκή εταιρεία Shell και το Χρηματιστήριο του Λονδίνου (LSE). Και όλα αυτά μόνο στη Μεγάλη Βρετανία, η οποία αποτέλεσε και έναν από τους πρώτους «στόχους» των κρατικών επενδύσεων του Εμιράτου, που πιστεύεται ότι διαχειρίζεται από 100 έως 200 δισεκατομμύρια δολάρια.

Ακόμη και στο εσωτερικό της χώρας όμως ο πατέρας του νέου Εμίρη δημιούργησε το δίκτυο του Αλ Τζαζίρα με δεκάδες εκατομμύρια τηλεθεατές, το Doha Forum, το μουσείο του Κατάρ με μια από τις μεγαλύτερες συλλογές τέχνης στον κόσμο κ.ά.

Η οικονομική κατάσταση του εμιράτου λοιπόν δεν ήταν σε καμία περίπτωση η αιτία της αιφνίδιας αποχώρησης. Το ίδιο όμως φαίνεται να ισχύει και για την εσωτερική σταθερότητα του Κατάρ.
Είναι βέβαιο ότι η αλλαγή φρουράς στην ηγεσία ακυρώνει εκ των πραγμάτων τις προγραμματισμένες εκλογές που θα έντυναν το εμιράτο με ένα μανδύα δημοκρατικότητας. Ο απερχόμενος Σεϊχης μάλιστα έδειξε πρόσφατα την άποψή του για τη δημοκρατία και τις ατομικές ελευθερίες όταν καταδίκασε σε ισόβια κάθειρξη (και ύστερα από έφεση σε 15 χρόνια) έναν δημοσιογράφο για αρνητικό σχόλιο που είχε κάνει για την βασιλική οικογένεια. Παρόλα αυτά κανένας δεν πιστεύει ότι η αλλαγή ηγεσίας έγινε με μοναδικό στόχο να αναβληθεί επ’ αόριστον η προσφυγή στις κάλπες. Ίσως γιατί το Κατάρ, προσφέροντας στους πολίτες του το υψηλότερο κατά κεφαλήν ΑΕΠ στον πλανήτη (690.000 δολάρια) έχει εξασφαλίσει ότι δεν κινδυνεύει από τις λαϊκές εξεγέρσεις που συνταράσσουν τα τελευταία χρόνια τη Μέση Ανατολή και τον Περσικό κόλπο.

Επιστροφή στην (νέα) τάξη

Έχοντας αποκλείσει λοιπόν την οικονομία και των εσωτερική σταθερότητα οι περισσότεροι αναλυτές άρχισαν να αναζητούν τα αίτια της φαινομενικά αιφνίδιας αλλαγής φρουράς στην εξωτερική πολιτική. Είναι γεγονός ότι το μικροσκοπικό κράτος που καλύπτει όσο το μισό έδαφος του Βελγίου είχε ανοίξει υπερβολικά τα φτερά του στη διεθνή σκακιέρα. Ιδιαίτερα μετά την εμπλοκή του στο πόλεμο της Λιβύης, όπου σήκωσε πολύ μεγάλο μέρους του κόστους για την ένοπλη ανατροπή του Καντάφι, το Κατάρ βρέθηκε να μεσολαβεί σε μια σειρά κρίσεων που καλύπτουν σχεδόν τη μισή περιφέρεια του πλανήτη. Από τη Λιβύη μέχρι το Αφγανιστάν και από το Νταρφούρ μέχρι τα παλαιστινιακά εδάφη η Ντόχα κινείται με φρενήρης διπλωματικούς ρυθμούς – συχνά αντικαθιστώντας το διάλογο με μεταφορές κολοσσιαίων κεφαλαίων που «επιταχύνουν» την επίλυση διαφορών.

Η περίπτωση του Αφγανιστάν και της Συρίας όμως έδειξαν ότι το Εμιράτο κινείται πλέον σε πολύ βαθιά νερά για το μέγεθός του. Η απόφαση του Εμίρη να χρηματοδοτήσει με 100 εκατομμύρια δολάρια των γραφείο των Ταλιμπάν στη Ντόχα μπορεί να έγινε με την σιωπηρή ανοχή της Ουάσινγκτον αλλά φάνηκε να ξεπερνά τα όρια που του είχαν τεθεί. Με μια ομοβροντία δημοσιευμάτων σε έντυπα όπως το Foreign Affairs, για πολλούς η «βίβλος» της αμερικανικής διπλωματίας, οι αξιωματούχοι του Στέιτ Ντιπράτμεντ φάνηκε να στέλνουν ένα σαφές μήνυμα. Το ίδιο είχε συμβεί πριν από μερικούς μήνες και σε σχέση με τη Συρία όταν οι New York Times έφεραν στο φως το γιγαντιαίο δίκτυο μεταφοράς όπλων που είχε στήσει το Κατάρ για τις δυνάμεις των αντικαθεστωτικών. Για άλλη μια φορά, παρά το γεγονός ότι η μεταφορά γινόταν υπό την υψηλή εποπτεία της CIA, η Ντόχα φάνηκε ότι υπερέβη τα εσκαμμένα.

Πολύ χειρότερη όμως ήταν η αντίδραση αρκετών αραβικών χωρών στην άνευ όρων στήριξη που παρέχει το καθεστώς του Κατάρ στις φιλοδυτικές δυνάμεις των ανταρτών στη Συρία. «Αν ήταν πραγματικοί Άραβες θα είχαν φροντίσει να ενισχύσουν με τα ίδια χρήματα και τους Παλαιστίνιους» μας εξηγούσε προ ημερών ένας Παλαιστίνιος δημοσιογράφος που παρακολουθεί στενά τις εξελίξεις στην περιοχή. Σύμφωνα με τον ίδιο η οργή μεγάλου τμήματος του αραβικού κόσμου εκφράζεται και στην πτώση που σημειώνει το τελευταίο διάστημα και το Αλ Τζαζίρα. Αρκετοί γνωστοί δημοσιογράφοι υπέβαλαν τις παραιτήσεις τους για την «ακραία μεροληπτική», όπως την χαρακτήρισαν, υποστήριξη που παρείχε ο σταθμός στις αντικαθεστωτικές δυνάμεις της Συρίας.

Θα αποτελέσει λοιπόν η αλλαγή ηγεσίας στη Ντόχα μια αφορμή για αναδίπλωση στην εξωτερική πολιτική; Αν ο νέος ηγέτης θέλει να διατηρήσει τη σταθερότητα που μετέτρεψε το εμιράτο του σε μια από τις ταχύτερα αναπτυσσόμενες οικονομίες του πλανήτη είναι μάλλον καιρός να αναθεωρήσει πολλά από τα ανοίγματα του πατέρα του.

Επίκαιρα Ιούλιος 2013